fidgety
fi
ˈfɪ
φι
dge
ʤɪ
τζι
ty
ti
τι
British pronunciation
/fˈɪd‍ʒɪti/

Ορισμός και σημασία του "fidgety"στα αγγλικά

01

ανήσυχος, νευρικός

unable to stay still and calm
fidgety definition and meaning
example
Παραδείγματα
The fidgety child could n't sit still during the long car ride, constantly shifting in his seat.
Το ανήσυχο παιδί δεν μπορούσε να καθίσει ακίνητο κατά τη διάρκεια του μεγάλου αυτοκινητινού ταξιδιού, κουνιώντας συνεχώς στη θέση του.
She felt fidgety before the big presentation, tapping her foot and playing with her pen.
Αισθανόταν ανήσυχη πριν από τη μεγάλη παρουσίαση, χτυπώντας το πόδι της και παίζοντας με το στυλό της.

Λεξικό Δέντρο

fidgetiness
fidgety
fidget
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store