Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
fervently
01
με πάθος, με ενθουσιασμό
in a manner that is deeply passionate, earnest, or sincere
Παραδείγματα
The musician played the melody fervently, pouring their emotions into each note.
Ο μουσικός έπαιξε τη μελωδία με πάθος, χύνοντας τα συναισθήματά του σε κάθε νότα.
The lovers spoke fervently about their dreams for the future.
Οι εραστές μίλησαν με πάθος για τα όνειρά τους για το μέλλον.
Λεξικό Δέντρο
fervently
fervent
ferv



























