fatso
fat
ˈfæt
φαιτ
so
soʊ
σου
British pronunciation
/fˈætsə‍ʊ/
fatsoes

Ορισμός και σημασία του "fatso"στα αγγλικά

01

χοντρός, μπάλα λίπους

an individual with a round physique
example
Παραδείγματα
He called himself a fatso after eating the whole pizza.
Αποκάλεσε τον εαυτό του χοντρό αφού έφαγε ολόκληρη την πίτσα.
The kids at school sometimes teased him, calling him a fatso, which hurt his feelings.
Τα παιδιά στο σχολείο μερικές φορές τον πείραζαν, τον αποκαλώντας χοντρούλη, πράγμα που πλήγωσε τα συναισθήματά του.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store