Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
encompassing
Παραδείγματα
The encompassing trees provided shade for the entire park.
Τα περικυκλωμένα δέντρα παρείχαν σκιά για ολόκληρο το πάρκο.
They felt protected within the encompassing walls of the castle.
Αισθάνθηκαν προστατευμένοι μέσα στους περικλείοντες τοίχους του κάστρου.
02
περιεκτικός, ολοκληρωμένος
including or covering a wide range or scope
Παραδείγματα
The university's curriculum was designed to offer an encompassing education, covering various disciplines to provide students with a well-rounded knowledge base.
Το πρόγραμμα σπουδών του πανεπιστημίου σχεδιάστηκε για να προσφέρει μια ολοκληρωμένη εκπαίδευση, καλύπτοντας διάφορες επιστήμες για να παρέχει στους φοιτητές μια ισορροπημένη βάση γνώσεων.
The novel presented an encompassing narrative that intricately wove together the lives of characters from different backgrounds and time periods.
Το μυθιστόρημα παρουσίασε μια περιεκτική αφήγηση που συνέδεσε με πολυπλοκότητα τις ζωές χαρακτήρων από διαφορετικά περιβάλλοντα και χρονικές περιόδους.
Λεξικό Δέντρο
encompassing
encompass
compass



























