Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Downstage
01
προσκήνιο, μπροστινό μέρος της σκηνής
the anterior part of a stage in theater that is in the audience's sight
downstage
01
μπροστινό μέρος της σκηνής, προσκήνιο
of the front half of a stage
downstage
01
προς το μπροστινό μέρος της σκηνής, στο προσκήνιο
at or toward the anterior part of a stage in theater that is in the audience's sight
Παραδείγματα
The actor moved downstage to deliver his final lines.
Ο ηθοποιός κινήθηκε προς το προσκήνιο για να πει τις τελευταίες του ατάκες.
She stumbled downstage during the dramatic exit.
Σκόνταψε προς το προσκήνιο κατά τη δραματική έξοδο.
Λεξικό Δέντρο
downstage
down
stage



























