downshift
down
ˈdaʊn
νταουν
shift
ʃɪft
σιφτ
British pronunciation
/dˈa‍ʊnʃɪft/

Ορισμός και σημασία του "downshift"στα αγγλικά

01

μείωση ταχύτητας, αλλαγή σε χαμηλότερη ταχύτητα

a shift to a lower gear in a vehicle's transmission
example
Παραδείγματα
He performed a downshift to tackle the steep hill.
Πραγματοποίησε μια μείωση ταχύτητας για να αντιμετωπίσει τον απότομο λόφο.
She heard the engine rev higher after the downshift.
Άκουσε τη μηχανή να περιστρέφεται γρηγορότερα μετά την μείωση ταχύτητας.
02

εκούσια υποβίβαση, αλλαγή καριέρας σε μια πιο ικανοποιητική

a change from a financially rewarding but stressful career to a less well paid but more fulfilling one
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store