dearly
dear
ˈdɪr
ντιρ
ly
li
λι
British pronunciation
/dˈi‍əli/

Ορισμός και σημασία του "dearly"στα αγγλικά

01

βαθιά, με μεγάλη αγάπη

with deep affection or love
dearly definition and meaning
example
Παραδείγματα
She loved her children dearly and always put them first.
Αγαπούσε βαθιά τα παιδιά της και τα έβαζε πάντα πρώτα.
I miss him dearly, even after all these years.
Μου λείπει πολύ, ακόμα και μετά από όλα αυτά τα χρόνια.
1.1

ειλικρινά, με πάθος

sincerely or earnestly, with heartfelt intensity
example
Παραδείγματα
She dearly hoped her application would be accepted.
Ελπίζει ειλικρινά ότι η αίτησή της θα γινόταν δεκτή.
He dearly wanted to make things right between them.
Πραγματικά ήθελε να διορθώσει τα πράγματα μεταξύ τους.
02

ακριβά, με μεγάλο κόστος

at great cost, sacrifice, or penalty
example
Παραδείγματα
He dearly paid for his mistake with a long prison sentence.
Πλήρωσε ακριβά για το λάθος του με μια μακρά ποινή φυλάκισης.
She learned the lesson dearly, after ignoring the warnings.
Έμαθε το μάθημα ακριβά, αφού αγνόησε τις προειδοποιήσεις.

Λεξικό Δέντρο

dearly
dear
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store