Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
curvaceous
01
συμμετρικός, με εντυπωσιακές καμπύλες
(of a woman) having large breasts, wide hips and a narrow waist
Παραδείγματα
The curvaceous actress sashayed down the red carpet, turning heads with her hourglass figure.
Η συμμετρική ηθοποιός περπάτησε στο κόκκινο χαλί, τραβώντας τα βλέμματα με το σωματότυπο της σαν κλεψύδρα.
Despite societal pressure to be thin, she embraced her curvaceous body with confidence.
Παρά την κοινωνική πίεση να είναι λεπτή, αγκάλιασε με αυτοπεποίθηση το καμπυλωτό σώμα της.
Λεξικό Δέντρο
curvaceously
curvaceousness
curvaceous
curve



























