Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cliche
01
κλισέ, κουρασμένη φράση
a remark or opinion that has been used so much that it is not effective anymore
Παραδείγματα
His speech was filled with clichés about love and happiness, failing to resonate with the audience.
Η ομιλία του ήταν γεμάτη κλισέ για την αγάπη και την ευτυχία, χωρίς να βρει απήχηση στο κοινό.
The author's writing style was criticized for relying on clichés rather than original ideas.
Το στυλ γραφής του συγγραφέα επικρίθηκε για την εξάρτησή του από κλισέ αντί για πρωτότυπες ιδέες.



























