Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
affable
01
προσηνής, φιλικός
easy to approach, and pleasant to talk to
Παραδείγματα
The new manager was very affable, making it easy for everyone to approach him with questions.
Ο νέος μάνατζερ ήταν πολύ προσιτός, κάνοντας εύκολο για όλους να τον πλησιάσουν με ερωτήσεις.
Her affable nature helped her quickly make friends wherever she went.
Η φιλική της φύση τη βοήθησε να κάνει γρήγορα φίλους όπου κι αν πήγαινε.
Λεξικό Δέντρο
affability
affableness
affably
affable
aff



























