Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
genial
01
φιλικός, ευγενικός
characterized as kind, friendly, and carefree
Παραδείγματα
Her genial smile made everyone feel at ease.
Το φιλικό της χαμόγελο έκανε όλους να αισθάνονται άνετα.
The host was genial, welcoming guests with warmth and charm.
Ο οικοδεσπότης ήταν φιλικός, καλωσορίζοντας τους επισκέπτες με ζεστασιά και γοητεία.
02
γενειακός, ψυχικός
of or relating to the chin or median part of the lower jaw
Παραδείγματα
The genial host made sure everyone felt welcome and relaxed at the dinner party.
Ο φιλικός οικοδεσπότης φρόντισε όλοι να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι και χαλαροί στο δείπνο.
The genial weather was perfect for an afternoon picnic in the park.
Ο φιλικός καιρός ήταν ιδανικός για ένα απογευματινό πικ νικ στο πάρκο.
Λεξικό Δέντρο
geniality
genially
genial



























