Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
unimaginative
01
αφαντασίαστος, χωρίς φαντασία
not having creative or interesting ideas or thoughts
Παραδείγματα
His painting style is dull and unimaginative.
Το στυλ ζωγραφικής του είναι βαρετό και χωρίς φαντασία.
The book received criticism for its unimaginative plot.
Το βιβλίο έλαβε κριτική για την αφάνταστη πλοκή του.
02
αφαντασίαστος, χωρίς πρωτοτυπία
lacking spontaneity or originality or individuality
03
αφαντασίαστος, πρακτικός
dealing only with concrete facts
Λεξικό Δέντρο
unimaginative
imaginative
imagine



























