unfruitful
un
ʌn
αν
fruit
frut
φρουτ
ful
fəl
φαλ
British pronunciation
/ʌnfɹˈuːtfəl/

Ορισμός και σημασία του "unfruitful"στα αγγλικά

unfruitful
01

άκαρπος, αποτυχημένος

not producing the expected or desired results
example
Παραδείγματα
Despite numerous attempts, their unfruitful efforts to find a solution left them feeling frustrated and discouraged.
Παρά τις πολυάριθμες προσπάθειες, οι άκαρπες προσπάθειές τους να βρουν μια λύση τους άφησαν να αισθάνονται απογοητευμένοι και αποθαρρυμένοι.
The unfruitful negotiations between the two parties led to a stalemate in reaching a compromise.
Οι άκαρπες διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο μερών οδήγησαν σε αδιέξοδο στην επίτευξη συμβιβασμού.

Λεξικό Δέντρο

unfruitful
fruitful
fruit
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store