shaggy
sha
ˈʃæ
σαι
ggy
gi
γκι
British pronunciation
/ʃˈæɡi/

Ορισμός και σημασία του "shaggy"στα αγγλικά

01

μαλλιαρός, ατημέλητος

(of hair or fur) long, untidy and thick
example
Παραδείγματα
The dog ’s shaggy coat needed regular grooming to prevent matting.
Το ακατέργαστο τρίχωμα του σκύλου χρειαζόταν τακτικό περιποίηση για να αποφευχθεί η μπλέξιμο.
He ran his hands through his shaggy hair, giving it an even messier look.
Πέρασε τα χέρια του στα ατημέλητα μαλλιά του, δίνοντάς τους μια ακόμη πιο ακατάστατη εμφάνιση.
02

μαλλιαρός, ατημέλητος

having a very rough nap or covered with hanging shags

Λεξικό Δέντρο

shaggily
shagginess
shaggy
shag
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store