Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Shag
01
κορμοράνος με φούντα, shag
a web-footed aquatic bird of the cormorant family with dark green plumage and a unique crest
02
ένα ζωηρό βήμα χορού που αποτελείται από πηδήγματα σε κάθε πόδι εναλλάξ, ένα βήμα shag
a lively dance step consisting of hopping on each foot in turn
03
σεξ, συνουσία
slang for sexual intercourse
04
ελαστικό ύφασμα, ελαστικό υλικό
made with strands or inserts of elastic
05
ύφασμα με μακρύ τραχύ πάκο, υλικό με μακρύ τραχύ πάκο
a fabric with long coarse nap
06
μια μπερδεμένη μπούκλα μαλλιών ή ινών, μια μπερδεμένη δέσμη μαλλιών ή ινών
a matted tangle of hair or fiber
07
δυνατό και χοντρό καπνό που έχει κοπεί, κομμένος χοντρός καπνός
a strong coarse tobacco that has been shredded
to shag
01
χορεύω το shag, κάνω shag
dance the shag
Λεξικό Δέντρο
shaggy
shag



























