Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
scraggy
01
αδύνατος, κοκαλιάρης
thin, bony, or skinny in an unattractive or unhealthy way
02
κοκαλιάρης, ανώμαλος
having a sharply uneven surface or outline
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αδύνατος, κοκαλιάρης
κοκαλιάρης, ανώμαλος