Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Retention
01
διατήρηση, διατήρηση
the act of keeping something that one already has
02
διατήρηση, μνημονική ικανότητα
the power of retaining and recalling past experience
03
διατήρηση, ικανότητα διατήρησης υγρού
the power of retaining liquid
Λεξικό Δέντρο
retention
retain



























