Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bagel
Παραδείγματα
She enjoyed a toasted bagel with cream cheese and smoked salmon for breakfast.
Απόλαυσε ένα ψημένο μπέιγκελ με κρέμα τυριού και καπνιστό σολομό για πρωινό.
The bakery offered a variety of bagels, including plain, everything, and cinnamon raisin.
Το φούρνο προσέφερε μια ποικιλία από μπέιγκελς, συμπεριλαμβανομένων απλών, με όλα και κανέλα με σταφίδες.
02
μπέιγκελ, δακτυλίδι ζύμης
(Yiddish) glazed yeast-raised doughnut-shaped roll with hard crust
Παραδείγματα
She learned to make traditional bagels from a Yiddish cookbook.
Bagels were boiled briefly before baking to create a firm crust.



























