Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
malleable
Παραδείγματα
Gold is a highly malleable metal that can be hammered into thin sheets or shaped into intricate designs.
Ο χρυσός είναι ένα πολύ εύκαμπτο μέταλλο που μπορεί να σφυρηλατηθεί σε λεπτά φύλλα ή να διαμορφωθεί σε περίπλοκα σχέδια.
The clay was malleable, allowing the sculptor to mold it into various shapes with ease.
Ο πηλός ήταν εύκαμπτος, επιτρέποντας στον γλύπτη να τον διαμορφώνει σε διάφορα σχήματα με ευκολία.
02
εύπλαστος, επηρεάσιμος
open to influence, particularly in attitudes or opinions
Παραδείγματα
The malleable teenager was easily swayed by his friends' opinions on fashion.
Ο εύπλαστος έφηβος επηρεαζόταν εύκολα από τις απόψεις των φίλων του για τη μόδα.
Her malleable mindset allowed her to adapt quickly to new ideas and perspectives.
Η ευέλικτη νοοτροπία της της επέτρεψε να προσαρμοστεί γρήγορα σε νέες ιδέες και προοπτικές.
Λεξικό Δέντρο
malleability
unmalleable
malleable



























