lifestyle
life
ˈlaɪf
λαιφ
style
ˌstaɪl
σταιλ
British pronunciation
/lˈa‍ɪfsta‍ɪl/

Ορισμός και σημασία του "lifestyle"στα αγγλικά

01

τρόπος ζωής, στυλ ζωής

a type of life that a person or group is living
lifestyle definition and meaning
example
Παραδείγματα
Her healthy lifestyle includes regular exercise and a balanced diet.
Ο υγιεινός τρόπος ζωής της περιλαμβάνει τακτική άσκηση και ισορροπημένη διατροφή.
The minimalist lifestyle appeals to those who prefer simplicity and less clutter.
Ο μινιμαλιστικός τρόπος ζωής προσελκύει όσους προτιμούν την απλότητα και λιγότερη ακαταστασία.

Λεξικό Δέντρο

lifestyle

life

+

style

App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store