LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Lifesaving
/lˈaɪfseɪvɪŋ/
/ˈɫaɪfˌseɪvɪŋ/
Noun (1)
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "lifesaving"
Lifesaving
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
σωτήρια
saving the lives of drowning persons
lifesaving
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
σωτήρια
relating to actions or treatments that save lives in emergency or critical situations
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App