lambaste
lam
ˌlæm
λαιμ
baste
ˈbæst
μπαιστ
British pronunciation
/lˈambast/

Ορισμός και σημασία του "lambaste"στα αγγλικά

to lambaste
01

κριτικάρω σφοδρά, δημοσίως επιπλήττω

to criticize or reprimand severely and publicly
example
Παραδείγματα
The journalist lambastes the government for its lack of transparency in the recent scandal.
Ο δημοσιογράφος ασκεί σφοδρή κριτική στην κυβέρνηση για την έλλειψη διαφάνειας στο πρόσφατο σκάνδαλο.
She lambasted her colleague during the meeting for repeatedly missing deadlines.
Εκείνη κατακρίνει σφοδρά τη συνάδελφό της κατά τη διάρκεια της συνάντησης για τις επαναλαμβανόμενες αστοχίες στις προθεσμίες.
02

δέρνω βάναυσα, ξυλοκοπώ

to beat violently
example
Παραδείγματα
The gang tried to lambaste him in the alley.
Η συμμορία προσπάθησε να τον lambaste στο δρομάκι.
He threatened to lambaste anyone who touched his car.
Απείλησε να lambaste όποιον άγγιζε το αυτοκίνητό του.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store