impasse
im
ˈɪm
ιμ
passe
ˌpæs
παισ
British pronunciation
/ɪmpˈɑːs/

Ορισμός και σημασία του "impasse"στα αγγλικά

01

αδιέξοδο, αδιέξοδο

a difficult situation in which opposing parties cannot reach an agreement
example
Παραδείγματα
Negotiations reached an impasse after both sides refused to budge.
Οι διαπραγματεύσεις έφτασαν σε αδιέξοδο αφού και οι δύο πλευρές αρνήθηκαν να υποχωρήσουν.
The peace talks ended in an impasse, with no clear path forward.
Οι ειρηνευτικές συνομιλίες κατέληξαν σε αδιέξοδο, χωρίς σαφή πορεία προς τα εμπρός.
02

αδιέξοδο, τυφλό σοκάκι

a dead-end street
example
Παραδείγματα
Their house is located at the end of a quiet impasse.
Το σπίτι τους βρίσκεται στο τέλος ενός ήσυχου αδιεξόδου.
The delivery truck got stuck in a narrow impasse.
Το φορτηγό παράδοσης κόλλησε σε ένα στενό αδιέξοδο.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store