Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
hugger-mugger
01
μυστικός, κρυφός
conducted with or marked by hidden aims or methods
02
χαοτικός, ανοργάνωτος
having a chaotic or disorganized nature
Παραδείγματα
The hugger-mugger nature of the investigation caused delays in finding the truth.
Η ακατάστατη φύση της έρευνας προκάλεσε καθυστερήσεις στην εύρεση της αλήθειας.
His hugger-mugger handwriting was barely legible.
Η ακατάστατη γραφή του ήταν μόλις αναγνώσιμη.
Hugger-mugger
01
ακαταστασία, σύγχυση
a state of confusion
hugger-mugger
01
κρυφά, στα κρυφά
in secrecy



























