huffy
hu
ˈhə
χα
ffy
fi
φι
British pronunciation
/hˈʌfi/

Ορισμός και σημασία του "huffy"στα αγγλικά

01

πικραμένος, εξοργισμένος

roused to indignation or visibly irritated
example
Παραδείγματα
She got huffy when they joked about her cooking.
Θύμωσε όταν αστειεύτηκαν για το μαγείρεμά της.
Do n't get huffy, we were only teasing.
Μην θυμώνεις, απλώς αστειευόμασταν.
02

ευερέθιστος, ευαίσθητος

easily offended or quick to take things personally
example
Παραδείγματα
He 's so huffy that even mild criticism upsets him.
Είναι τόσο ευέξαπτος που ακόμα και μια ήπια κριτική τον αναστατώνει.
My uncle is so huffy that even gentle teasing bothers him.
Ο θείος μου είναι τόσο ευέξαπτος που ακόμα και τα ήπια πειράγματα τον ενοχλούν.

Λεξικό Δέντρο

huffily
huffiness
huffy
huff
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store