Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Galangal
01
γαλάγγα, σιάμι τζίντζερ
a spicy root with a citrusy taste, often used in Southeast Asian cooking
Παραδείγματα
He pretended the galangal root was a secret ingredient and challenged his friends to create unique dishes.
Προσποιήθηκε ότι η ρίζα γαλανγκάλ ήταν ένα μυστικό συστατικό και προκάλεσε τους φίλους του να δημιουργήσουν μοναδικά πιάτα.
She used galangal as a natural remedy, brewing it with hot water to make a soothing herbal tea.
Χρησιμοποίησε γαλάγγα ως φυσικό θεραπευτικό μέσο, το οποίο έβρασε με ζεστό νερό για να φτιάξει ένα χαλαρωτικό τσάι βοτάνων.
02
η ευρωπαϊκή σπαθόχορτο, το αρωματικό σπαθόχορτο
European sedge having rough-edged leaves and spikelets of reddish flowers and aromatic roots



























