Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Flexibility
01
ευελιξία, ευκαμψία
the quality of being easily bent without breaking or injury
Παραδείγματα
Yoga helps improve flexibility and strength.
Η γιόγκα βοηθά στη βελτίωση της ευελιξίας και της δύναμης.
He admired the flexibility of the tree branches swaying in the wind.
Θαύμασε την ευελιξία των κλαδιών του δέντρου που κουνιούνταν στον αέρα.
02
ευελιξία
the ability to change or adjust easily or quickly to different conditions and situations
Παραδείγματα
The teacher 's flexibility in adapting lesson plans to meet the diverse needs of students ensured an inclusive learning environment.
Η ευελιξία του δασκάλου στην προσαρμογή των σχεδίων μαθήματος για να ανταποκρίνεται στις διαφορετικές ανάγκες των μαθητών εξασφάλισε ένα περιεκτικό περιβάλλον μάθησης.
The success of the team was attributed to their flexibility in adjusting strategies and approaches based on changing project requirements.
Η επιτυχία της ομάδας αποδόθηκε στην ευελιξία τους να προσαρμόζουν στρατηγικές και προσεγγίσεις με βάση τις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις του έργου.
03
ευελιξία, ευκολία πειθαρχίας
the trait of being easily persuaded
Λεξικό Δέντρο
inflexibility
flexibility
flexible
flex



























