fitness
fit
ˈfɪt
φιτ
ness
nəs
νασ
British pronunciation
/fˈɪtnəs/

Ορισμός και σημασία του "fitness"στα αγγλικά

01

φυσική κατάσταση, καλή φυσική κατάσταση

the state of being in good physical condition, typically as a result of regular exercise and proper nutrition
example
Παραδείγματα
His dedication to fitness is evident in his daily workout routine.
Η αφοσίωσή του στον γυμναστικό είναι εμφανής στην καθημερινή του ρουτίνα προπόνησης.
Achieving fitness requires a balanced diet and consistent exercise.
Η επίτευξη φυσικής κατάστασης απαιτεί ισορροπημένη διατροφή και συνεπή άσκηση.
02

καταλληλότητα, ικανότητα

the quality of being suitable or appropriate for a particular purpose or situation
example
Παραδείγματα
The fitness of the candidate for the job was thoroughly evaluated during the interview process.
Η καταλληλότητα του υποψηφίου για τη θέση αξιολογήθηκε διεξοδικά κατά τη διαδικασία της συνέντευξης.
The fitness of the proposal was debated by the board members before approval.
Η καταλληλότητα της πρότασης συζητήθηκε από τα μέλη του συμβουλίου πριν από την έγκριση.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store