Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
evaluative
01
αξιολογικός, σχετικός με την αξιολόγηση
relating to forming or giving an opinion about the qualities or values of something upon adequate consideration
Παραδείγματα
The evaluative criteria for the award focused on creativity, originality, and execution.
Τα αξιολογικά κριτήρια για το βραβείο επικεντρώθηκαν στη δημιουργικότητα, την πρωτοτυπία και την εκτέλεση.
The teacher gave an evaluative comment on the student's essay, noting both strengths and areas for improvement.
Ο δάσκαλος έκανε ένα αξιολογικό σχόλιο για την έκθεση του μαθητή, σημειώνοντας τόσο τα δυνατά σημεία όσο και τους τομείς βελτίωσης.
Λεξικό Δέντρο
evaluative
evaluate
evalu



























