Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
equitable
01
δίκαιος, ισότιμος
ensuring fairness and impartiality, so everyone gets what they rightfully deserve
Παραδείγματα
Labor unions strive to ensure workers receive equitable pay, benefits and safe working conditions.
Τα συνδικάτα προσπαθούν να διασφαλίσουν ότι οι εργαζόμενοι λαμβάνουν δίκαιη αμοιβή, παροχές και ασφαλείς συνθήκες εργασίας.
They sought an equitable distribution of resources to address the needs of all communities.
Αναζήτησαν μια δίκαιη κατανομή των πόρων για να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες όλων των κοινοτήτων.
Λεξικό Δέντρο
equitably
inequitable
equitable
equit



























