desiccant
de
ˈdɛ
ντε
si
σι
ccant
kənt
καντ
British pronunciation
/dˈɛsɪkənt/

Ορισμός και σημασία του "desiccant"στα αγγλικά

01

αφυγραντικό, υλικό ξήρανσης

a chemical substance used to dry something
example
Παραδείγματα
Desiccants are essential in keeping moisture-sensitive materials dry during storage.
Οι αποξηραντικοί παράγοντες είναι απαραίτητοι για να διατηρούνται στεγνά τα υλικά ευαίσθητα στην υγρασία κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης.
The desiccant in the bottle helped extend the shelf life of the vitamins.
Το απορροφητικό υγρασίας στο μπουκάλι βοήθησε να παραταθεί η διάρκεια ζωής των βιταμινών.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store