Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
deciduous
01
φυλλοβόλος
(of plants) annually losing leaves
02
αποπίπτων, φυλλοβόλος
(of teeth, antlers, etc.) being shed at the end of a period of growth
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
φυλλοβόλος
αποπίπτων, φυλλοβόλος