Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cream of tartar
01
κρέμα τάρταρ, διτταντρική άλας
a powdery acidic substance used in cooking and baking to stabilize whipped egg whites and as a leavening agent
Παραδείγματα
Cream of tartar is often added to beaten egg whites to stabilize them and increase their volume when making meringues or soufflés.
Η κρέμα ταρτάρ προστίθεται συχνά σε χτυπημένα ασπράδια αυγών για να τα σταθεροποιήσει και να αυξήσει τον όγκο τους κατά την παρασκευή μαρέγκας ή σουφλέ.
In baking, cream of tartar is used as a leavening agent in combination with baking soda to create a reaction that produces carbon dioxide gas, which helps doughs and batters rise.
Στο ψήσιμο, η κρέμα ταρτάρ χρησιμοποιείται ως παράγοντας ανάδειξης σε συνδυασμό με μαγειρική σόδα για να δημιουργήσει μια αντίδραση που παράγει αέριο διοξειδίου του άνθρακα, το οποίο βοηθά τις ζύμες και τα μείγματα να ανέβουν.



























