Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
corny
01
ξεπερασμένος, υπερβολικά συναισθηματικός
overly sentimental, outdated, or trying too hard to be funny or clever
Παραδείγματα
That movie was so corny, I could n't stop laughing.
Αυτή η ταινία ήταν τόσο κίτρινη, που δεν μπορούσα να σταματήσω να γελάω.
He told a corny joke, but everyone smiled politely.
Είπε ένα χλιαρό αστείο, αλλά όλοι χαμογέλασαν ευγενικά.
Λεξικό Δέντρο
corny
corn



























