Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Claret
01
κλαρέ, κόκκινο κρασί από τη Βορδό
a red wine which is dry and produced in Bordeaux or elsewhere
02
κλαρέ, σκούρο μωβ-κόκκινο χρώμα
a dark purplish-red color
claret
01
σκούρο μωβ-κόκκινο, χρώματος κλαρέ
having a dark purplish-red color
to claret
01
πίνω κλαρέ
drink claret



























