Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Claque
01
κλάκα
a group of people hired to applaud or provide enthusiastic support for a performer or performance
Παραδείγματα
The theater hired a claque to ensure a positive response to the play, despite its lackluster performance.
Το θέατρο προσέλαβε μια ομάδα χειροκροτημάτων για να εξασφαλίσει μια θετική ανταπόκριση στο έργο, παρά την μέτρια απόδοσή του.
Despite the mediocre talent of the singer, the claque's enthusiastic cheering created the illusion of a successful concert.
Παρά το μέτριο ταλέντο του τραγουδιστή, ο ενθουσιώδης ζητωκραυγισμός της claque δημιούργησε την ψευδαίσθηση μιας επιτυχημένης συναυλίας.



























