Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Burial
01
ταφή, κηδεία
the act of burying a dead body or the ceremony in which a dead body is buried
Παραδείγματα
The burial took place at sunset in the family cemetery.
Η ταφή πραγματοποιήθηκε κατά τη δύση του ηλίου στο οικογενειακό νεκροταφείο.
Traditional burial customs vary widely across cultures.
Οι παραδοσιακές κηδευτικές συνήθειες ποικίλλουν ευρέως ανάμεσα στις κουλτούρες.
02
καταχώριση, απόκρυψη
the act of hiding or placing something underground, often to conceal or protect it
Παραδείγματα
The burial of the treasure chest was done secretly at midnight.
Η ταφή του σεντούκι με τον θησαυρό έγινε κρυφά τα μεσάνυχτα.
The burial of electrical cables prevents accidents and maintains aesthetics.
Η ταφή των ηλεκτρικών καλωδίων αποτρέπει τα ατυχήματα και διατηρεί την αισθητική.
Λεξικό Δέντρο
reburial
burial



























