Adaptability
volume
British pronunciation/ɐdˌæptəbˈɪlɪti/
American pronunciation/əˌdæptəˈbɪɫəti/

Ορισμός και Σημασία του "adaptability"

01

the ability to change (or be changed) to fit changed circumstances

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store