Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to uninstall
01
απεγκαθιστώ, διαγράφω
to remove a software program from a device or system
Παραδείγματα
I had to uninstall the app because it was n't working.
Έπρεπε να απεγκαταστήσω την εφαρμογή γιατί δεν λειτουργούσε.
She uninstalled the game to free up space.
Απεγκατέστησε το παιχνίδι για να ελευθερώσει χώρο.
Λεξικό Δέντρο
uninstall
install



























