LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Painkilling
/pˈeɪŋkɪlɪŋ/
/pˈeɪŋkɪlɪŋ/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "painkilling"
painkilling
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
παυσίπονο
related to methods or drugs that can remove or reduce pain
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App