Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
imperative verb
/ɪmpˈɛɹətˌɪv vˈɜːb/
/ɪmpˈɛɹətˌɪv vˈɜːb/
Imperative verb
01
ρηματική εντολή, προστακτική
(grammar) a verb or verb phrase that expresses an order to do something
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ρηματική εντολή, προστακτική