LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Well-cut
/wˈɛlkˈʌt/
/wˈɛlkˈʌt/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "well-cut"
well-cut
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
καλοκομμένο
(of clothes) made with care and style and therefore highly priced
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App