Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to uprise
01
σηκώνομαι, βγαίνω από το κρεβάτι
get up and out of bed
02
ανεβαίνω, υψώνομαι
move upward
03
ανασταίνομαι, επιστρέφω από τους νεκρούς
return from the dead
04
ανατέλλω, εμφανίζομαι
come up, of celestial bodies
Παραδείγματα
He uprises from his chair every time he feels restless.
Ανεβαίνει από την καρέκλα του κάθε φορά που αισθάνεται ανήσυχος.
They uprise from their seats as soon as the bell rings.
Σηκώνονται από τις θέσεις τους μόλις χτυπήσει το κουδούνι.
06
εξεγείρομαι, επανίσταμαι
rise up as in fear
07
ανεβαίνω, υψώνομαι
ascend as a sound
08
εμφανίζομαι, αναδύομαι
come into existence; take on form or shape
Λεξικό Δέντρο
uprise
rise



























