Twat
volume
British pronunciation/twˈæt/
American pronunciation/ˈtwɑt/

Ορισμός και Σημασία του "twat"

01

a man who is a stupid incompetent fool

twat definition and meaning
02

obscene terms for female genitals

twat

n
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store