Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
technologically
01
τεχνολογικά
in a way that is related to technology
Παραδείγματα
The company operates technologically, leveraging advanced software and equipment for efficient processes.
Η εταιρεία λειτουργεί τεχνολογικά, αξιοποιώντας προηγμένο λογισμικό και εξοπλισμό για αποτελεσματικές διαδικασίες.
The project was executed technologically, incorporating the latest advancements in technology.
Το έργο εκτελέστηκε τεχνολογικά, ενσωματώνοντας τις τελευταίες εξελίξεις στην τεχνολογία.
Λεξικό Δέντρο
technologically
technological



























