technological
tech
tɛk
τεκ
no
noʊ
νου
lo
λα
gi
ʤɪ
τζι
cal
kəl
καλ
British pronunciation
/tˌɛknəlˈɒd‍ʒɪkə‍l/

Ορισμός και σημασία του "technological"στα αγγλικά

technological
01

τεχνολογικός, σχετικός με τις πρακτικές εφαρμογές της επιστημονικής γνώσης και των αρχών της μηχανικής

relating to practical applications of scientific knowledge and engineering principles
technological definition and meaning
example
Παραδείγματα
Technological innovations in renewable energy have led to more sustainable power sources.
Οι τεχνολογικές καινοτομίες στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν οδηγήσει σε πιο βιώσιμες πηγές ενέργειας.
The technological capabilities of medical devices have significantly improved patient care.
Οι τεχνολογικές δυνατότητες των ιατρικών συσκευών έχουν βελτιώσει σημαντικά τη φροντίδα των ασθενών.
02

τεχνολογικός

based in scientific and industrial progress
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store