Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
sub-rosa
01
sub-rosa, κρυφός
concealed from public knowledge, often to avoid notice or scrutiny
Παραδείγματα
They held a sub-rosa meeting to discuss the sensitive proposal.
Διεξήγαγαν μια sub-rosa συνάντηση για να συζητήσουν την ευαίσθητη πρόταση.
The deal was finalized through sub-rosa negotiations.
Η συμφωνία ολοκληρώθηκε μέσω sub-rosa διαπραγματεύσεων.
sub-rosa
Παραδείγματα
The committee met sub-rosa to discuss the sensitive issue.
Η επιτροπή συναντήθηκε sub-rosa για να συζητήσει το ευαίσθητο ζήτημα.
They negotiated the deal sub-rosa, away from media scrutiny.
Διαπραγματεύτηκαν τη συμφωνία κρυφά, μακριά από την επιτήρηση των μέσων ενημέρωσης.



























