Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Slush fund
01
μαύρο ταμείο, παράνομο χρηματικό ποσό
an amount of money that is set aside to be used for dishonest or illegal activities
Παραδείγματα
The company is suspected of maintaining a slush fund to pay off officials and secure government contracts.
Η εταιρεία υποπτεύεται ότι διατηρεί ένα μαύρο ταμείο για να δωροδοκεί αξιωματούχους και να εξασφαλίζει κυβερνητικές συμβάσεις.
They are currently investigating allegations of a slush fund being used for personal expenses by high-ranking executives.
Διερευνούν επί του παρόντος ισχυρισμούς ότι ένα μαύρο ταμείο χρησιμοποιείται για προσωπικά έξοδα από ανώτερους εκτελεστικούς.



























