Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Schoolwork
01
εργασία για το σπίτι, σχολική εργασία
the academic tasks, assignments, or activities assigned to students by teachers or educational institutions
Παραδείγματα
She spent all afternoon finishing her schoolwork.
Πέρασε όλο το απόγευμα ολοκληρώνοντας τη σχολική της εργασία.
His schoolwork involves reading chapters and completing exercises.
Η σχολική του εργασία περιλαμβάνει την ανάγνωση κεφαλαίων και την ολοκλήρωση ασκήσεων.
Λεξικό Δέντρο
schoolwork
school
work



























