Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sacred cow
01
ιερή αγελάδα, ταμπού
an idea, custom, or institution considered immune from criticism or questioning
Παραδείγματα
The company 's strict hierarchy is a sacred cow nobody dares challenge.
Η αυστηρή ιεραρχία της εταιρείας είναι μια ιερή αγελάδα που κανείς δεν τολμά να αμφισβητήσει.
In that culture, the monarchy is a sacred cow beyond debate.
Σε αυτήν την κουλτούρα, η ιερή αγελάδα είναι πέρα από κάθε συζήτηση.



























